Ἀλαλκομεναί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική αἱ Ἀλαλκομεναί
      γενική τῶν Ἀλαλκομενῶν
      δοτική ταῖς Ἀλαλκομεναῖς
    αιτιατική τὰς Ἀλαλκομενᾱ́ς
     κλητική ! Ἀλαλκομεναί
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἀλαλκομεναί < το όνομα Ἀλαλκομενεύς του ιδρυτή της πόλης

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ἀλαλκομεναί θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]