Opala

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
Opala < πολωνική Opala

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Opala (en)

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
Opala < συμφυρμός των γερμανικά Opel (Opel) + αγγλικά impala (Chevrolet Impala)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]



Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Opala (pl)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Opala < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Opala αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]