Wielkanoc
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]πτώση | ενικός |
---|---|
ονομαστική | Wielkanoc |
γενική | Wielkiejnocy |
δοτική | Wielkiejnocy |
αιτιατική | Wielkanoc |
οργανική | Wielkąnocą |
τοπική | Wielkiejnocy |
κλητική | Wielkanoc |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Wielkanoc (pl) < wielka (pl) + noc (pl)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vʲjɛlˈkãnɔt͡s̑/
- ⓘ
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Wielkanoc (pl) θηλυκό, μόνο στον ενικό
- το Πάσχα
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- παρόλο που γράφεται και προφέρεται σαν μία λέξη κλίνονται ξεχωριστά τα δύο συστατικά της