account for

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας account for
γ΄ ενικό ενεστώτα accounts for
αόριστος accounted for
παθητική μετοχή accounted for
ενεργητική μετοχή accounting for

Ετυμολογία [επεξεργασία]

account for < → δείτε τις λέξεις account και for

Ρήμα[επεξεργασία]

account for (en)

  1. εξηγώ, είναι η εξήγηση ή η αιτία για κάτι
    That accounts for his absence.
    Αυτό εξηγεί την απουσία του.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη explain
  2. δίνω λογαριασμό σε κάποιον για κάτι
    I don’t have to account for my actions to anyone.
    Δε δίνω λογαριασμό σε κανέναν για το τι κάνω.
    You’ll have to account for it in court.
    Θα δώσεις λογαριασμό για αυτό στο δικαστήριο.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη explain
  3. δίνω λογαριασμό για το πώς ξοδεύτηκαν τα χρήματα που είχα στη φροντίδα μου
    He must account for every euro.
    Πρέπει να δίνει λογαριασμό για κάθε ευρώ.
  4. λογαριάζω, θεωρώ κάτι
    Unfortunately we had not accounted for the strike.
    Δυστυχώς δεν είχαμε λογαριάσει την απεργία.
    We must account for his youth.
    Πρέπει να λογαριάσουμε το νεαρό της ηλικίας του.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη consider

Πηγές[επεξεργασία]