aimlessly
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | aimlessly |
συγκριτικός | more aimlessly |
υπερθετικός | most aimlessly |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
aimlessly (en)