as much
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
as much (en)
- τόσος
- ↪ As much rain fell as the plants need.
- Έπεσε τόση βροχή, όση χρειάζονται τα φυτά.
- τόσος
- ↪ I had two times as much.
- Είχα δύο φορές τόσες. (τόσες φορές, επί δύο)
- ≈ συνώνυμα: as many