athletics
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
athletics
<
athlete
+
-ics
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
athletics
(en)
(
μη
μετρήσιμο
,
αθλητισμός
)
(
βρετανικά αγγλικά
) ο
στίβος
≈
συνώνυμα
:
track and field
(
αμερικανικά αγγλικά
)
(
αμερικανικά αγγλικά
) ο
αθλητισμός
↪
men’s/women’s
athletics
- ανδρικός/γυναικείος
αθλητισμός
↪
amateur/professional
athletics
- ερασιτεχνικός/επαγγελματικός
αθλητισμός
↪
Athletics
is a part of my life.
Ο
αθλητισμός
είναι μέρος της ζωής μου.
≈
συνώνυμα
:
sport
Πηγές
[
επεξεργασία
]
athletics
-
Oxford Learner's Dictionaries
Κατηγορίες
:
Λέξεις με επίθημα -ics (αγγλικά)
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Αθλητισμός (αγγλικά)
Βρετανικοί όροι (αγγλικά)
Αμερικανικοί όροι (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Български
বাংলা
Català
Dansk
English
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Galego
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
日本語
Қазақша
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Malagasy
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Oromoo
Polski
Русский
Sängö
ၽႃႇသႃႇတႆး
Simple English
Kiswahili
தமிழ்
ไทย
Tiếng Việt
中文