bluffeur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- bluffeur < bluffeur
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bluffeur | bluffeurs |
θηλυκό | bluffeuse | bluffeuses |
bluffeur (fr)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bluffeur | bluffeurs |
θηλυκό | bluffeuse | bluffeuses |
bluffeur (fr)