consult

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

consult (en)

  1. συμβουλεύομαι
    consult the manual - συμβουλευτείτε το εγχειρίδιο
  2. consult with (sb): διαβουλεύομαι, συζητώ, συσκέπτομαι και συζητώ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

consult (en)

  1. συμβουλευτική συνάντηση