count out

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας count out
γ΄ ενικό ενεστώτα counts out
αόριστος counted out
παθητική μετοχή counted out
ενεργητική μετοχή counting out

Ετυμολογία [επεξεργασία]

count out < → δείτε τις λέξεις count και out

Ρήμα[επεξεργασία]

count out (en)

  1. μετράω ένα-ένα
    The old woman counted out ten euros.
    Η γριά μέτρησε δέκα ευρώ ένα-ένα.
  2. δεν περιλαμβάνω, δεν λογαριάζω, δεν περιλαμβάνω κάποιον σε μια δραστηριότητα
    Count me out.
    Να μην με περιλάβετε.
    If you’re going for a drink, count me out.
    Αν πάτε στην ταβέρνα, μη με λογαριάζετε.
     αντώνυμα: count in

Πηγές[επεξεργασία]