fighting
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- fighting < (κληρονομημένο) μέση αγγλική feghtyng < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική feohtende
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- η μάχη, η εχθροπραξία, το να μάχομαι, το να πολεμώ τον εχθρό
- ⮡ The fighting on the battlefield lasted all night.
- Η μάχη στο πεδίο κράτησε όλη τη νύχτα.
- ⮡ After heavy fighting, they managed to defeat the opponent.
- Μετά από σκληρή μάχη, κατάφεραν να νικήσουν τον αντίπαλο.
- ⮡ Fighting at the borders began/stopped.
- Άρχισαν/σταμάτησαν οι εχθροπραξίες στα σύνορα.
- ⮡ The fighting on the battlefield lasted all night.
- η συμπλοκή, το να ερχόμαστε στα χέρια
- ⮡ The arguing ended in fighting.
- Ο καβγάς κατέληξε σε συμπλοκή.
- ⮡ The arguing ended in fighting.
- ο καβγάς, η εχθροπραξία, το να καβγαδίζω συζητώντας
- ⮡ He hated all the fighting at home.
- Μισούσε όλους τους καβγάδες στο σπίτι.
- ⮡ After the temporary truce, the government and the opposition resumed their fighting.
- Ύστερα από την προσωρινή ανακωχή, κυβέρνηση και αντιπολίτευση άρχισαν πάλι τις εχθροπραξίες.
- ⮡ He hated all the fighting at home.
- η καταπολέμηση, ο αγώνας, η μάχη, το να καταπολεμώ να πετύχω κάτι
- ⮡ Fighting (against) illiteracy is a key goal of education.
- Η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού είναι βασικός στόχος της εκπαίδευσης.
- ⮡ There was fighting for the best seats.
- Έγινε αγώνας για της καλύτερες θέσεις.
- ⮡ Fighting to protect the environment concerns all of us.
- Η μάχη για την προστασία του περιβάλλοντος αφορά όλους μας.
- ⮡ Fighting (against) illiteracy is a key goal of education.
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]fighting (en)
Πηγές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ρηματικοί τύποι (αγγλικά)