grab

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας grab
γ΄ ενικό ενεστώτα grabs
αόριστος grabbed
παθητική μετοχή grabbed
ενεργητική μετοχή grabbing

Ρήμα[επεξεργασία]

grab (en)