habile
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]habile (fr)
- (παρωχημένο) ικανός, κατάλληλος
- (νομικός όρος) που πληροί τις προϋποθέσεις για την άσκηση ενός δικαιώματος
- επιτήδειος, επιδέξιος
- έξυπνος, πονηρός