label
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- label < (κληρονομημένο) μέση αγγλική label < παλαιά γαλλική label, lambel < φραγκική labba < πρωτογερμανική lappōn, lappô < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *leb-
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
label | labels |
label (en)
Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | label |
γ΄ ενικό ενεστώτα | labels |
αόριστος | labelled, labeled |
παθητική μετοχή | labelled, labeled |
ενεργητική μετοχή | labelling, labeling |
Βρετανική γραφή με δύο ll, αμερικανική με ένα. |
label (en)
- κολλάω μια ετικέτα
- βάζω σε κάποιον μια ετικέτα, του αποδίδω έναν χαρακτηρισμό
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη characterize
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
label στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ (αγγλικά) What is a Computer Hostname?, από whatismyipaddress.com. Αρχειοθέτηση 2020-07-21. Προσπέλαση 2020-07-30.
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
label | labels |
label (fr) αρσενικό
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα φραγκικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)