Μετάβαση στο περιεχόμενο

line up

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας line up
γ΄ ενικό ενεστώτα lines up
αόριστος lined up
παθητική μετοχή lined up
ενεργητική μετοχή lining up

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
line up <  δείτε τις λέξεις line και up

line up (en)