maudit
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | maudit | maudits |
θηλυκό | maudite | maudites |
maudit (fr)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- maudit - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé