neighbourly

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός neighbourly
συγκριτικός more neighbourly
υπερθετικός most neighbourly

Ετυμολογία [επεξεργασία]

neighbourly < neighbour + -ly

Επίθετο[επεξεργασία]

neighbourly (en) (βρετανική γραφή)

  • γειτονικός, φιλικό και εξυπηρετικό
    neighbourly behaviour - γειτονικό φέρσιμο

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]