oasis
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
oasis (en)
- η όαση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- oasis < δημώδης λατινική oasis
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
oasis | oasis |
oasis (fr) θηλυκό (μερικές φορές συναντάται και στο αρσενικό)
Ισπανικά (es) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
oasis (es) αρσενικό
- η όαση