peep out

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας peep out
γ΄ ενικό ενεστώτα peeps out
αόριστος peeped out
παθητική μετοχή peeped out
ενεργητική μετοχή peeping out

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
peep out < → δείτε τις λέξεις peep και out

peep out (en)

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 791-792. ISBN 9780194325684. , λήμμα: σκάζω