publication
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- publication < μέση αγγλική publicacioun < παλαιά γαλλική publicacion < λατινική publicatio[1]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
publication | publications |
publication (en)
- το δημοσίευμα (άρθρο, ειδικά επιστημονικό, που δημοσιεύεται)
- η δημοσίευση (η ενέργεια του δημοσιεύω)
- η έκδοση
- η γνωστοποίηση
[επεξεργασία]
- ↑ publication, στο λεξικό Merriam-Webster