saisir
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]saisir (fr)
- (νομικός όρος) κατάσχω, αρπάζω, πιάνω, αδράχνω
- (μεταφορικά) (οικείο) καταλαβαίνω, « μπαίνω στο νόημα »
- τσιγαρίζω
- καταχωρώ πληροφορίες σε κομπιούτερ, πληκτρολογώ