skilfully
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | skilfully |
συγκριτικός | more skilfully |
υπερθετικός | most skilfully |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]skilfully (en)
παραθετικά | |
θετικός | skilfully |
συγκριτικός | more skilfully |
υπερθετικός | most skilfully |
skilfully (en)