son

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

son (en)

Αντώνυμα[επεξεργασία]



Αζεριανά (az)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

son (az)

Κλίση[επεξεργασία]

Άλλες γραφές[επεξεργασία]


Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Αντωνυμία[επεξεργασία]

son (fr) κτητική αντωνυμία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
son sons

son (fr) αρσενικό

  1. ο ήχος, το άκουσμα
  2. το πίτουρο



Καταλανικά (ca)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

son (ca)


Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

son (tr)

Κλίση[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]