strip

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

strip (en)

  1. λωρίδα
    strips of paper
    Gasa strip - η Λωρίδα της Γάζας
  2. το στριπτίζ, συντομευμένη εκδοχή της λέξης striptease

Συγγενικές λέξεις[επεξεργασία]