suite

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
suite suites

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

suite (en)

  1. σειρά, αλληλουχία
  2. σουίτα ξενοδοχείου



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
suite suites

Ετυμολογία [επεξεργασία]

suite < δημώδης λατινική sequita < sequere (ακολουθώ)

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

suite (fr) θηλυκό

  1. συνέχεια
    la suite au prochain épisode
  2. σειρά, αλληλουχία
    la suite des évènements
  3. σουίτα ξενοδοχείου
    il a pris une suite dans un hôtel cinq étoiles λείπει η μετάφραση
  4. συνέπεια σε κάποιον συλλογισμό
    il a de la suite dans les idées

Συγγενικά[επεξεργασία]