vertex
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
vertex | vertices / vertexes |
ανώμαλα ουσιαστικά (αγγλικά) |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vertex (en)
ενικός | πληθυντικός |
vertex | vertices / vertexes |
ανώμαλα ουσιαστικά (αγγλικά) |
vertex (en)