willfully

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός willfully
συγκριτικός more willfully
υπερθετικός most willfully

Ετυμολογία [επεξεργασία]

willfully < willful + -ly

Επίρρημα[επεξεργασία]

willfully (en) (κακόσημο)