Ανθρωπίδης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ανθρωπίδης αρσενικό
- (θηλαστικό ζώο, ταξινομία) μέλος της οικογένειας των Ανθρωπιδών (Hominidae, John Edward Gray, 1825)
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- στον καθημερινό λόγο εμφανίζεται και ως ουσιαστικό με πεζό το αρχικό «α»
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Ανθρωπίδες (ταξινομική οικογένεια)