τρέφω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ fr
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +it:τρέφω
Γραμμή 65: Γραμμή 65:


{{κλείδα ταξινόμησης|τρεφω}}
{{κλείδα ταξινόμησης|τρεφω}}

[[it:τρέφω]]

Αναθεώρηση της 14:27, 28 Μαρτίου 2009

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

τρέφω < αρχαία ελληνική τρέφω

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Πρότυπο:-ρημ- τρέφω

  1. παρέχω σε κάποιον τροφή, φαγητό
  2. παρέχω σε κάποιον τα μέσα για να ζήσει
  3. έχω, νιώθω
    τρέφω μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του
  4. αφήνω να αναπτυχθεί
    τρέφω μούσι
  5. εκτρέφω ζώα
  6. (για τραύμα / πληγή) επουλώνομαι, κλείνω

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-