απαιτώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ανάκληση της επεξεργασίας 4098739 του 46.190.38.59 (Συζήτηση)
Ετικέτα: Αναίρεση
Γραμμή 13: Γραμμή 13:
===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====
* [[απαίτηση]]
* [[απαίτηση]]
* [[απαιτητός]]
* [[απαιτητικός]]


===={{κλίση}}====
===={{κλίση}}====
{{el-κλίσ-'θεωρώ'}}
{{el-κλίση-'θεωρώ'}}
{{el-κλίσ-'θεωρούμαι'}}
{{el-κλίσ-'θεωρούμαι'}}



Αναθεώρηση της 12:29, 23 Σεπτεμβρίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

απαιτώ < αρχαία ελληνική ἀπαιτῶ

Ρήμα

απαιτώ, παθητικό: απαιτούμαι, παθητική μετοχή ενεστώτα: απαιτούμενος

  1. ζητώ κάτι επιτακτικά, επειδή έχω την εξουσία προς τούτο ή επειδή το θεωρώ αναφαίρετο δικαίωμά μου
    οι γονείς συχνά απαιτούν υπερβολικά πολλά από τα παιδιά τους
    δεν επαιτούμε αυξήσεις, απαιτούμε
  2. χρειάζομαι οπωσδήποτε κάτι για να λειτουργήσω καλά
    τα καινούρια προγράμματα απαιτούν τις περισσότερες φορές ταχύτερους υπολογιστές

Συγγενικά

Κλίση

Πρότυπο:el-κλίση-'θεωρώ'

Μεταφράσεις