χρειάζομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χρειάζομαι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική χρειάζομαι < χρεί(α) + -άζομαι[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xɾiˈa.zo.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χρει‐ά‐ζο‐μαι
Ρήμα[επεξεργασία]
χρειάζομαι, αόρ.: χρειάστηκα (αποθετικό ρήμα)
- (μεταβατικό) έχω ανάγκη (κάτι ή κάποιον)
- ↪ χρειάζομαι χρήματα
- είμαι αναγκαίος σε κάποιον ή κάτι
- ↪ χρειάζονται χρήματα γι' αυτή τη δουλειά
- (απρόσωπο ρήμα) → δείτε τη λέξη χρειάζεται είναι ανάγκη
Εκφράσεις[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χρειάζομαι
[επεξεργασία]
- ↑ χρειάζομαι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ρήματα χωρίς ενεργητική φωνή (νέα ελληνικά)
- Ρήματα χωρίς μετοχή παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
- Ζητούμενα λήμματα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)