δεκαπενταύγουστος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δεκαπενταύγουστος αρσενικό
- (θρησκεία) η 15η Αυγούστου, μεγάλη θρησκευτική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και αργία
- Τα διηγήματα είναι εμπνευσμένα από τη μαγεία των παιδικών μου Δεκαπενταύγουστων. (*)
- το χρονικός διάστημα από τη 1 ως τις 15 Αυγούστου
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- δεκαπενταύγουστο (ουδέτερο)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- δεκαπενταυγουστιάτικος
- → δείτε τις λέξεις δεκαπέντε και Αύγουστος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δεκαπενταύγουστος
|