λουδισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λουδισμός αρσενικό ή λουδιτισμός
- κίνημα που ξεκίνησε τον 19o αιώνα στην Αγγλία, από υφαντουργούς οι οποίοι εξεγέρθηκαν κατά των νεοκατασκευασθέντων μηχανημάτων κατά την βιομηχανική επανάσταση
- αντίθεση στην τεχνολογική πρόοδο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- λουδισμός στη Βικιπαίδεια