περικυκλώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

περικυκλώνω < αρχαία ελληνική περικυκλόω / περικυκλῶ

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pe.ɾi.ciˈklo.no/

Ρήμα[επεξεργασία]

περικυκλώνω (παθητική φωνή: περικυκλώνομαι)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]