χασομέρισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χασομέρισσα οι χασομέρισσες
      γενική της χασομέρισσας των χασομερισσών
    αιτιατική τη χασομέρισσα τις χασομέρισσες
     κλητική χασομέρισσα χασομέρισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χασομέρισσα < χασομέρης + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χασομέρισσα θηλυκό

→ δείτε τη λέξη χασομέρης

Μεταφράσεις[επεξεργασία]