Δέδες

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Δέδες οι Δεδαίοι
      γενική του Δέδε των Δεδαίων
    αιτιατική τον Δέδε τους Δεδαίους
     κλητική Δέδε Δεδαίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δέδες» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δέδες < (άμεσο δάνειο) τουρκική dede (παππούς) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈðe.ðes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δέ‐δες

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δέδες αρσενικό (θηλυκό Δέδε)

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δέδες σελ.115 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.