Δελφίς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Δέλφις, δελφίς

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Δελφίς αἱ Δελφίδες
      γενική τῆς Δελφίδος τῶν Δελφίδων
      δοτική τῇ Δελφίδ ταῖς Δελφίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν Δελφίδ τὰς Δελφίδᾰς
     κλητική ! Δελφίς* Δελφίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Δελφίδε
γεν-δοτ τοῖν  Δελφίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δελφίς < Δελφ(οί) + -ίς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Δελφίς θηλυκό

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δελφίς θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]