Εὐτυχίς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ευτύχης, ευτυχής

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Εὐτῠχιδ-
ονομαστική Εὐτυχίς αἱ Εὐτυχίδες
      γενική τῆς Εὐτυχίδος τῶν Εὐτυχίδων
      δοτική τῇ Εὐτυχίδ ταῖς Εὐτυχίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν Εὐτυχίδ τὰς Εὐτυχίδᾰς
     κλητική ! Εὐτυχίς* Εὐτυχίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Εὐτυχίδε
γεν-δοτ τοῖν  Εὐτυχίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
Συνήθως στον ενικό.
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Εὐτυχίς (ελληνιστική κοινή) < Μορφολογικά αναλύεται σε αρχαία ελληνική (εὐτυχία), εὐτυχ(ής) + -ίς • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Εὐτυχίς θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη εὐτυχής

Πηγές[επεξεργασία]