Κορέσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /koˈɾe.sis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐ρέ‐σης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κορέσης αρσενικό (θηλυκό Κορέση)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Κορυσχάδες (τοπωνύμιο)