Κυνόσουρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: κυνόσουρα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Κυνόσουρα
      γενική της Κυνόσουρας
    αιτιατική την Κυνόσουρα
     κλητική Κυνόσουρα
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κυνόσουρα < αρχαία ελληνική Κυνόσουρα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ciˈno.su.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κυ‐νό‐σου‐ρα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κυνόσουρα θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. χερσόνησος και οικισμός της Σαλαμίνας
  2. χερσόνησος στον Μαραθώνα Αττικής
  3. (ιστορία) μία από τις τέσσερις κώμες που συγκρότησαν την αρχαία Σπάρτη

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Κυνόσουρ
      γενική τῆς Κυνοσούρᾱς
      δοτική τῇ Κυνοσούρ
    αιτιατική τὴν Κυνόσουρᾰν
     κλητική ! Κυνόσουρ
1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κυνόσουρα < κυνόσουρα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κυνόσουρα θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. χερσόνησος στη Σαλαμίνα
  2. (αστρονομία) ονομασία της Μεγάλης Άρκτου

Πηγές[επεξεργασία]