Φίληβος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Φίληβος οἱ Φίληβοι
      γενική τοῦ Φιλήβου τῶν Φιλήβων
      δοτική τῷ Φιλήβ τοῖς Φιλήβοις
    αιτιατική τὸν Φίληβον τοὺς Φιλήβους
     κλητική ! Φίληβε Φίληβοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Φιλήβω
γεν-δοτ τοῖν  Φιλήβοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φίληβος < (φίλος) Φίλ- + ἥβ(η) + -ος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φίληβος, -ου αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. τίτλος διαλόγου του Πλάτωνα
    ※  5ος/4ος πκε αιώνας Πλάτων, Φίληβοςw,  

Πηγές[επεξεργασία]