αντιρομαντισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντιρομαντισμός < αντι- + ρομαντισμός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική antiromanticism)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αντιρομαντισμός αρσενικό
- (λογοτεχνικό) κίνημα ή στάση που αντιτίθεται στον ρομαντισμό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντιρομαντισμός
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα αντι- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λογοτεχνικό ύφος (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)