αποσυντιθέμενος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αποσυντιθέμενος < μετοχή ενεστώτα του αποσυντίθεμαι, παθητικού του αποσυνθέτω. Αναλύεται σε απο- + συν- + τιθέμενος. Δείτε και το αρχαίο συντιθέμενος του ρήματος συντίθημι
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.po.sin.diˈθe.me.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πο‐συ‐ντι‐θέ‐με‐νος
- παλιότερος συλλαβισμός : α‐πο‐συν‐τι‐θέ‐με‐νος
Μετοχή[επεξεργασία]
αποσυντιθέμενος, -η, -ο
- που αποσυντίθεται
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη αποσυνθέτω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αποσυντιθέμενος
Κατηγορίες:
- Μετοχές που κλίνονται όπως η ομάδα 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
- Μετοχές που κλίνονται όπως το 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα απο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα συν- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Μετοχές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)