βορειοευρωπαϊκός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
βορειοευρωπαϊκός
- ο σχετικός με χώρες και λαούς της Βόρειας Ευρώπης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βορειοευρωπαϊκός
|