γιαουρτάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γιαουρτάκι τα γιαουρτάκια
      γενική
    αιτιατική το γιαουρτάκι τα γιαουρτάκια
     κλητική γιαουρτάκι γιαουρτάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γιαουρτάκι < γιαούρτ(ι) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʝa.uɾˈta.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: για‐ουρ‐τά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γιαουρτάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε γιαούρτι