δυναμικότης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική δυναμικότης αἱ δυναμικότητες
      γενική τῆς δυναμικότητος τῶν δυναμικοτήτων
      δοτική τῇ δυναμικότητι ταῖς δυναμικότησι(ν)
    αιτιατική τὴν δυναμικότητα τὰς δυναμικότητᾰς
     κλητική ! δυναμικότης δυναμικότητες
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δυναμικότης < δυναμικ(ός)- + -ότης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δυναμικότης θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]