ενεπίγραφος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ενεπίγραφος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
ενεπίγραφος
- που φέρει επιγραφή.
- ενεπίγραφος λίθος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ενεπίγραφος
|