εξωαγροτικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εξωαγροτικός η εξωαγροτική το εξωαγροτικό
      γενική του εξωαγροτικού της εξωαγροτικής του εξωαγροτικού
    αιτιατική τον εξωαγροτικό την εξωαγροτική το εξωαγροτικό
     κλητική εξωαγροτικέ εξωαγροτική εξωαγροτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εξωαγροτικοί οι εξωαγροτικές τα εξωαγροτικά
      γενική των εξωαγροτικών των εξωαγροτικών των εξωαγροτικών
    αιτιατική τους εξωαγροτικούς τις εξωαγροτικές τα εξωαγροτικά
     κλητική εξωαγροτικοί εξωαγροτικές εξωαγροτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εξωαγροτικός < εξω- + αγροτικός

Επίθετο[επεξεργασία]

εξωαγροτικός

  • που γίνεται ή συμβαίνει έξω από τον κλάδο των αγροτών
    Από τις αποζημιώσεις μέσω ΠΣΕΑ αποκλείονται όσοι έχουν εξωαγροτικό εισόδημα πάνω από 15.000 ευρώ. (*)

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]