εφτασέλιδος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εφτασέλιδος η εφτασέλιδη το εφτασέλιδο
      γενική του εφτασέλιδου της εφτασέλιδης του εφτασέλιδου
    αιτιατική τον εφτασέλιδο την εφτασέλιδη το εφτασέλιδο
     κλητική εφτασέλιδε εφτασέλιδη εφτασέλιδο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εφτασέλιδοι οι εφτασέλιδες τα εφτασέλιδα
      γενική των εφτασέλιδων των εφτασέλιδων των εφτασέλιδων
    αιτιατική τους εφτασέλιδους τις εφτασέλιδες τα εφτασέλιδα
     κλητική εφτασέλιδοι εφτασέλιδες εφτασέλιδα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εφτασέλιδος < εφτα- + σελίδα + -ος

Επίθετο[επεξεργασία]

εφτασέλιδος, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]