κραγιόν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κραγιόν < γαλλική crayon < craie < λατινική creta

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kraˈʝon/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κρα‐γιόν
διάφορα χρώματα κραγιόν

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κραγιόν ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]